aloni_logo_white

Ταξιδεύσατε με το Γλάρος;

Γράφει η Στεφανία Αρέλη.

Μα πόσο αγαπητό μπορεί να ήταν  ένα ποσταλι για να έχει μείνει η μνήμη του ζωντανή στο νησί κ χαραγμένη στις καρδιές των ντόπιων , 65 χρόνια μετά το πρώτο δρομολόγιο στα  νερά τους?

Μα τι το αλλιώτικο είχε ο «Γλάρος» για να κοσμεί η φωτογραφία του  σήμερα, τοιχογραφίες καφενείων, λευκώματα  φωτογραφικά, βιβλία με την ιστορία του νησιού?

Πως στο καλό μιλούσε στις καρδιές των ντόπιων  κ τους σημάδεψε τόσο ανεξίτηλα  ώστε ακόμη κ σήμερα οι ταξιδιώτες του τότε – παππούδες του σήμερα -να μιλάν με χαμόγελο κ αγάπη για το Γλάρο κ το πρόσωπο τους να φωτίζετε ολάκερο σαν τους ζητώ να κάνουν ανάδρομη στα αλλοτινά ταξίδια του?

Μα γιατί όλοι όσοι ξερνά την αδυναμία μου στα καράβια  με ιστορία ξεχωριστή  με προέτρεπαν να γράψω για τον «γλάρο», για το «γλαρο τους» το 50 μετρο περήφανο σκαρί με ένα γλαροπούλι ζωγραφιστό να κοσμεί την ιδιαίτερη του πλώρη?

Τι ιδιαίτερο μπορεί να είχε ένα βαποράκι ναυπηγημένο από τους Scotts του Greenock το 1904  – με πρώτο όνομα Beryl– προοριζόμενο για ιδιωτική θαλαμηγός λόρδων κ αξιότιμων μελών της υψηλής κοινωνίας της Λοντρας ( δυο λόρδοι στη σειρά κ ένας Σερ οι Βρετανοί πλοιοκτήτες του), που μετά από την συμμετοχή του σε δυο παγκόσμιους πολέμους κατέληξε στα δικά μας τα νερά , μεσουντος του Εμφύλιου.

Ένα μικρό σκαρί, που δεν προορίζονταν για επιβάτες κ εμπορεύματα κ με τοναζ που  ούτε καν τους 500 τόνους δεν έφτανε.

Σίγουρα σαν ήρθε στα μέρη μας – μπαρουτοκαπνισμενο από τις περιπολίες του ως πολεμικό στον Ατλαντικό-  ,η αίγλη κ η πολυτέλεια της πρώτης του νιότης είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί.  Ούτε ταπετσαρίες μεταξένιες υπήρχαν όταν δρομολογήθηκε ως επιβατηγό ατμόπλοιο, ούτε επένδυση στους μπουλμεδες από αυστριακή Οξιά, ούτε κρύσταλλα κ τζαμιά πολύχρωμα το κοσμούσαν πλέον…

Δυο επιτάξεις από το πολεμικό αγγλικό ναυτικό μεσολάβησαν , κ στους παγκόσμιους πόλεμους το Γλάρος – τότε με το ονομα Lorna–  συνείσφερε στην τότε πατρίδα του τα μέγιστα… Μάλιστα του χρεώνεται στους άθλους του κ σίγουρα συνεπικουρεί στην δημιουργία του θρύλου του κ η καταβύθιση το 1918 του σχεδόν νεότευκτου γερμανικού υποβρυχίου ub74.Ενα σήμα κίνδυνου έλαβε στην περιπολία του – από εμπορικό πλοίο- κ σαν έφτασε στα νερά του Lyme Bay στις 50 γιαρδες από την πλώρη του αντίκρισε ένα εχθρικό περισκόπιο. Με τις δυο ατμομηχανές του ( των 910 hp) στο κόκκινο κατευθύνθηκε full ahead στο καταδυόμενο περισκόπιο. Ακούστηκε ένας θόρυβος κ φυσαλίδες γέμισαν το νερό. Το Υποβρύχιο βυθίστηκε αύτανδρο…

Όμως σίγουρα οι νησιώτες μας του Ιόνιου την αγνοούσαν ετούτη την ιστορία του βαποριού , για άλλους λόγους η φήμη του φτάνει αλώβητη μέχρι τις μέρες μας…

«Ταξιδεύσατε με το Γλάρος» ?

«Άφθαστος εις ταχύτητα, άφθαστος εις πολυτελειαν , μοναδικός εις ανεσην , Προνομιούχος εις ευσταθειαν»….

«Ταξιδεύσατε με το Γλάρος» ?

Ρωτούσε η ατάκα από ρεκλάμα εποχής (1949) ,  που είχε κατακλύσει τον Τύπο των Πατρών κ του Ιονίου , ελάχιστο καιρό μετά από την άτυχη προσάραξη που ειχε . Δεν είχε περάσει πολύς καιρός που είχε αρχίσει το πλοίο της ακτοπλοΐας Καβουνιδου, κ σε εποχή δύσκολη για τις συγκοινωνίες τα ακτοπλοϊκά του δρομολόγια ενώνοντας τη δυτική Ελλάδα (Κέρκυρα – Παξοί- Λευκάδα- Ιθάκη – Κεφαλονιά  αλλά και Πρέβεζα κ Αστακό )  με τα μεγάλα λιμάνια των Πατρών κ του Πειραιά…

Πλήγμα καίριο για την φήμη κ την υπόληψη εκείνη η προσάραξη , όταν μάλιστα είχε να αντιμετωπίσει στην ίδια γραμμή κ το έτερο θρυλικό ποσταλι την «Λουτσιντα» …

«Εις το λιμεναρχείο ελήφθη σήμα δια του οποίου αγγελεται ότι το επιβατηγόν σκάφος Γλάρος απόπλευσαν εκ Κέρκυρας και κατευθυνόμενος εις Πατρας, όπου έπρεπε  να φθάσει την εσπεράν προχθές, προσηραξεν εις τον υφαλαυλακα «Χρυσανθη» της Πρέβεζας. Δια την ρυμουλκισην τούτου έπλευσε επι τόπου το φορτηγό «Αντικλεια» πλην όμως αι προσπάθειαι του απέβησαν άκαρποι. Ήδη εστάλη εξ εντεύθεν το ρυμουλκον «Ανταιος» …»

«Ταξιδεύσατε με το Γλάρος» ?

Άρχισα να ρωτάω κ γω τους παλιούς θαμώνες των καφενείων , τα γερόντια  του νησιού….

«Μα μόνο με το γλάρος ταξιδεύαμε»…

«Το Γλαρός? τι μου θύμησες τώρα»….

«Στο Γλάρο στο κατάστρωμα γνωρίστηκαν οι γονείς μου σε ένα ταξίδι επιστροφής ολοήμερο από τον Πειραιά»

Ανάκατες οι μνήμες ξαναζωντανεύουν…

«Αγαμέμνων , Λουτσιντα κ Γλάρος ήταν τα πιο γρήγορα όμως ο Γλάρος το πιο καλοτάξιδο, το πιο ευέλικτο από ολα. Σαν πιάναμε την παράλλαξη της Οξιάς εκεί που τα άλλα κουνούσαν κ δεν μπορούσες να σταθείς αυτό δεν καταλάβαινε τίποτα. Γι αυτό το προτιμούσαμε».

Τα13 μίλια έλεγαν οι κατασκευαστές του πως έπιανε, 16 το διαφήμισε η καταχώρηση των δρομολογίων , ένα 24ωρο γεμάτο μου λένε οι ταξιδιώτες του πως έκανε να φτάσει από Λευκάδα στο Πειραιά «υπολόγισε πως έπιανε 13-14 μίλια ταχύτητα», με σταθμούς ενδιάμεσους (Φισκαρδο, Ιθάκη, Σάμη ,Πάτρα) φουνταρισμένο άροδο. Ενίοτε κ δυο 24 ωρα χρειαζόταν  άμα έκανε το γύρο της Πελοποννήσου (κλειστός ο Ισθμός, πότε από προσχώσεις, ποτέ από κατολισθήσεις , ενίοτε από διαταγές για απαγόρευση κυκλοφορίας) ..

«Δέκα το πρωί με έντεκα έφευγε από δω, περνούσαμε ξημερώματα τον Ισθμό γυρω στις 5,30 – 6,00  κ δέναμε στο Πειραιά το άλλο το πρωί.».

« Μας ανέβαζαν οι λάντζες – με κουπια- που άραζαν στο πίσω μόλο κ στ αυλάκι  , δεν έδενε στη προβλήτα,  αυτές οι ίδιες βάρκες το καλοκαίρι μόλις έφευγε το βαπόρι, κατά τις έντεκα που έμπαζε το μαΐστρο πήγαιναν τους ντόπιους- με το πανί -στο μπάνιο.

«Τι θυμάμαι από το Γλάρο? Με αυτό πήγα στρατιώτης στην Πάτρα, μας μετάφεραν στο κέντρο βασικής εκπαίδευσης. Γεμάτο φαντάρους ήταν το κατάστρωμα, και στην πλώρη τα ζώα κ οι κασέλες με τα ψάρια και τα εμπορεύματα. Αχ εκείνος ο φουγάρος που έβγαζε μαύρο καπνό από το κάρβουνο, αυτό μου έμεινε. Καραβάκι μικρό  ήταν, δεν ήτανε τίποτε μεγάλο σαν τα προπολεμικά, τον Τάσο, τον Πέτρο , την Ιθακη, τον  Πολικό και την Πυραλο, το καλύτερο βαπόρι»

«Αλλά ο Γλάρος ήταν κομψοτέχνημα, δεν το έφτανε κανένα στην χάρη.»

«Πιτσιρικάδες ήμασταν, κατάστρωμα πάντα , τρίτη θέση έξω χειμώνα – καλοκαίρι, και για καμπινές ούτε λόγος, παίρναμε την κουβέρτα μας κ στις βάρκες – στις σωσίβιες- μέσα κοιμόμασταν κατάχαμα. Εκεί περνούσαμε το βράδυ, όποιος πρόφταινε πρώτος να πιάσει θέση στη βάρκα. Αργότερα που το άλλαξαν είχε κάτι καμπινές με τέσσερις κουκέτες πάνω –κατω ,αλλά οι νεαροί  πάλι έξω την βγάζαμε».

-«Πόσο είχε το εισιτήριο?» ρωτά λαθρακουστης της κουβέντας μας ,«Κανένα πενηντάρι δραχμές?»

-«Μπα ήταν φθηνά, με ένα πενηντάρικο  πήγαινα Αθήνα κ ερχόμουνα»…

-«Κατέβαινε πολύς κόσμος τότε από τα νησιά στην Πάτρα, για γιατρούς, δικηγόρους, για δουλείες. Μόνο όσοι είχανε παράδες πήγαιναν στην πρώτη θέση, μέσα στα σαλόνια, εμείς οι άλλοι κατάστρωμα».

-«το καλοκαίρι ήταν καλά έξω, είχαμε δροσιά».

-«το χειμώνα άμα έβρεχε στριμογνωμασταν κάτω από τα παραπετά κ άμα έπιανε καταιγίδα, μας επέτρεπαν καμία φορά να μπούμε μέσα. Έπρεπε να ανοίξουν – μετά από άδεια- την πόρτα κ να καθίσεις ακούνητος σε μια καρεκλά.»

-«Με τον Γλάρο μετέφεραν τον πατέρα μου στην Πάτρα στο στρατοδικείο, δεν είχαμε ησυχάσει από τον εμφύλιο ακομη, τον πιάσανε με όπλο παράνομο στο κυνηγι , τον συνόδευαν 2 χωροφυλάκοι στο βαπόρι. Την ώρα που ανέβαινε την σκάλα, μπατάρισε η λάντζα, ήταν ο τελευταίος που βγήκε στο κατάστρωμα , ο επόμενος πνίγηκε…»

Μια μελανή σελίδα στην ιστορία του Γλάρου… η χρονολογία κα η εποχή του συμβάντος μπερδεμένη, άλλοι λένε για χειμώνα –«είχε το όπλο για παπιά», «τέλος Αυγούστου ήτανε , που κάνει τα στριματα τα ξαφνικά ο αέρας, πήρε την βάρκα από κάτω , δυο μεγάλοι πνίγηκαν κ ένα παιδάκι»…

-«Δημιουργήθηκε μια τρόμπα νερού και το Γλάρος πήγαινε προς τις πέτρες απέναντι Είχαν έρθει οι βάρκες με τους επιβάτες. Ο καπετάνιος για να σώσει το πλοίο έκανε ανάποδα χτυπώντας μια βάρκα την οποία και ανέτρεψε. Πνίγηκαν  μια γυναίκα  και ένα παιδί.»

Το δυστύχημα αυτό στάθηκε η αφορμή να φραχτούν οι «σκάλες» στο λιμάνι κ ο Γλάρος κ όλα τα δρομολογημένα της εποχής να πρυμνοδετούν πια κ να ρίχνουν σκάλα για την αποβίβαση κ την επιβαση.

Τα δρομολόγια του Γλάρου άλλοτε Πέμπτη,  άλλοτε Δευτέρα… Δις εβδομαδιαίως
«Πέμπτη 4ην πρωινή από Πάτρα για Αστακό – Μυτικα-Λευκάδα- Πρέβεζα- Κέρκυρα». Κάποιες φορές έπιανε κ Αγ. Ευφημία και Βασιλική, και Νυδρι κ Πάργα. Όπου υπήρχε λιμάνι κ λιμανάκι στο Ιόνιο να σου κ πρόβαλε ο Γλάρος.

« Κάθε φορά – δυο την βδομάδα- που έπιανε στο νησί , ήταν σαν πανηγύρι, γέμιζε κόσμο η παράλια , περίεργους , να δούνε ποιος έρχονταν , ποιος έφευγε.»

Σφύριζε από τον Πόντε κ μαζεύονταν στο μόλο οι πιτσιρικαρια…

Για μια δεκαετία ο Γλάρος με τα δυο του κατάρτια κ το μεγάλο φουγάρο των ατμομηχανών κ τις κλάρες τις σκαλιστές της πλώρης μονοπωλούσε την προτίμηση των ταξιδιωτών όμως ο ανταγωνισμός των «δηζελοκινητων» ήταν πλέον έντονος. Έτσι σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σταθεί κ να αντέξει τον ανταγωνισμό απόκτησε καμπίνες για τους επιβάτες ( οι τετράκλινες των κουκετών ) , τα κατάρτια φύγανε, ο ατμός έγινε diesel και το τεράστιο φουγάρο έδωσε την θέση του σε ένα πιο σύγχρονο χαμηλό «με αποτέλεσμα οι επιβάτες που καθόταν στα παγκάκια πίσω να αποκτούν μελαψό χρώμα»…

Όμως παρόλη την «συγχρονοποιηση» ο Γλάρος είχε ξεπεραστεί από την ίδια την εποχή, από τις χερσαίες συγκοινωνίες που σταδιακά απογύμνωσαν τη θάλασσα του Ιόνιου από τα ακτοπλοϊκά που την συνέδεαν με την Πάτρα κ τον Πειραιά… Και κοντά στα μέσα του 60 παροπλίστηκε στα Αμπελάκια… και μια μέρα του Δεκέμβρη του 1966 λίγο μετά το θλιβερό ναυάγιο του «Ηράκλειο»  , στα 62 του χρόνια  βυθίστηκε εξαιτίας κακοκαιρίας κ αβαρίας συνάμα «Σφοδρότατη η χθεσινή κακοκαιρία. Στα πελάγη έπνεαν άνεμοι εντάσεως 9 μποφωρ….» Σφορδροτατη κ μοιραια…

Ακόμη δεν κατάλαβα τι ήταν αυτό που έκανε τους ντοπιους να μην κρατήσουν στην μνήμη το Καδιω, την Ηλιοπουλη, την Συλβανα, το Πινδος το δευτερο, αλλα κ τα ίδια αυτά τα βαπόρια να μην «στεριώσουν» στα δρομολόγια…

Δεν ξέρω τι από όλα ήταν που κράτησε το Γλαρο ζωντανό στη μνήμη ενός νησιου κ τον μετέφερε στην σφαίρα του μύθου. Σιγουρα η πολυτελεια δεν ηταν –πως αλλωστε να θαμπωσει τους τριτοθεσιτες μου-  ίσως τελικά να ήταν η χάρη με την οποία η πλώρη του έσχιζε του Ιόνιου τα νερά ή ακόμη κ το ίδιο το ταξιδιάρικο το όνομα του.

Εφοπλιστής Νο. 242 – Ιούνιος 2013 Via My Lefkada